Ticker

12/recent/ticker-posts

Header Ads Widget

Responsive Advertisement

Ο Μίκης Θεοδωράκης στις φυλακές Ωρωπού

 Το ιστορικό της κράτησης του Μίκη στον Ωρωπό

Ο Μίκης Θεοδωράκης συνελήφθη από το δικτατορικό καθεστώς τον Αύγουστο του 1967. Στον Ωρωπό μεταφέρθηκε στις 19 Οκτωβρίου του 1969.

Εκεί επί χούντας οι φυλακές είχαν μετατραπεί σε στρατόπεδο κράτησης δημοκρατικών. Ο μεγάλος Έλληνας συνθέτης ήταν ένας από τους πιο επιφανείς κρατούμενους μαζί με τον Μανώλη Γλέζο και τον Ανδρέα Λεντάκη. Πρώτα οδηγήθηκε στο «κολαστήριο» της Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας και μετά στις φυλακές Αβέρωφ.




Έζησε την απομόνωση και επιβίωσε από μία εξαντλητική απεργία πείνας. Ωστόσο, η υγεία του επιδεινώθηκε σημαντικά κατά τους έξι μήνες παραμονής του στον Ωρωπό. Επισκεπτήριο γινόταν μία φορά κάθε δύο μήνες. Συχνά, συγγενείς και φίλοι των κρατουμένων προσέγγιζαν το μόλο απέναντι από τις φυλακές προκειμένου να δουν τους αγαπημένους τους. Κι αυτό όμως με κίνδυνο της ζωής τους, καθώς απαγορευόταν.

Ο Θεοδωράκης περνούσε τον χρόνο του στο κοινό κελί του κτιρίου 1 γράφοντας τραγούδια. Όπως αποκάλυψε το 1970 η γυναίκα του, Μυρτώ, μέσα σε τρία έτη -από το 1967 έως και το 1970- συνέθεσε περισσότερα από 100. Από μελοποιήσεις ποιημάτων του Σεφέρη, του Σικελιανού και του Κάλβου, μέχρι πρωτότυπες δημιουργίες εμπνευσμένες από την σκληρή καθημερινότητα της φυλακής.



Ένα περιστατικό που διηγούταν στην κινηματογραφική αυτοβιογραφία του ήταν όταν πήγε σαν εκπρόσωπος των κρατουμένων στο διοικητή για να του δώσει τα αιτήματά τους για τον «Ερυθρό Σταυρό». «Η γραμμή της διοίκησης ήταν ότι ο καθένας έπρεπε να πάει μόνος του να κάνει την αίτηση, μήπως εκεί ο διοικητής μιλώντας του να τον καταφέρει να κάνει δήλωση.

Εμείς θέλαμε να ‘μαστε όλοι μαζί. Κι έτσι ο ανθυπασπιστής μπήκε μέσα και μου ‘φερε όλο τον πάκο τις αιτήσεις και πάνω έγραφε «Επιστρέφονται, διότι δε συνεμορφώθη προς τις απαιτήσεις». Λοιπόν, είμαστε έτοιμοι να βγούμε έξω, αλλά τα μεγάφωνα είπαν ότι σήμερα απαγορεύεται η έξοδος.


χειρόγραφες σημειώσεις Μίκη Θεοδωράκη



Είχα λοιπόν μπροστά μου τους στίχους αυτούς, τον πρώτο στίχο γραμμένο από τον διοικητή, έγραψα το τραγουδάκι, «διότι δε συνεμμορφώθην προς τις απαιτήσεις, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει μες το σύρμα περπατώ».



Ο Θεοδωράκης στις φυλακές έγραψε ακόμα και το τραγούδι, που έκανε το γήπεδο να τραντάζεται στη μεγαλειώδη μεταδικτατορική συναυλία του: «Και συ λαέ βασανισμένε μην ξεχνάς τον Ωρωπό… Και συ λαέ βασανισμένε μην ξεχνάς τον φασισμό». Το τραγούδι εκείνο μιλούσε για τους μήνες (Οκτώβριος 1969 – Απρίλιος 1970) που ο Μίκης Θεοδωράκης πέρασε στις φυλακές Ωρωπού – μαζί με άλλους συναγωνιστές ως κρατούμενος της χούντας των Συνταγματαρχών.

Ένα άγνωστο περιστατικό   όπως το αφηγείται  σε συνέντευξη ο Μίκης Θεοδωράκης στο Θανάση Γιώγλου για το περιοδικό «Πολίτης Κ» του Δήμου Καλαμαριάς (Δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2008

Πράγματι τη μέρα που ο Μανώλης Χιώτης θα ξεψυχούσε στο σπίτι του στον Ωρωπό, σπρωγμένος από ποια μυστηριακή δύναμη, ήρθε να με αποχαιρετήσει με το αγαπημένο μας τραγούδι, το «Ροδόσταμο»… Γνώριζε πως είμαι κλεισμένος στο στρατόπεδο, όπως γνώριζε και ότι η μουσική μου ήταν απαγορευμένη. Εν τούτοις ήρθε με δυο-τρεις φίλους του στον μώλο που βρίσκεται 100-150 μέτρα μακριά και βαδίζοντας τραγουδούσαν όλοι μαζί γυρισμένοι προς εμάς, για να τους ακούσουμε. Εμείς είχαμε πλαγιάσει μετά το μεσημεριανό γεύμα. Ακριβώς πάνω απ’ το κρεβάτι μου ήταν η σκοπιά. Σκύβει λοιπόν ο χωροφύλακας και μου λέει:

– Κύριε Μίκη, κύριε Μίκη, νομίζω ότι το τραγούδι αυτό είναι δικό σας.

– Ποιο τραγούδι;

– Να, εκεί στον μώλο…

Αμέσως βγαίνω έξω και πάω στο συρματόπλεγμα για να ακούσω και να δω. Πράγματι ήταν το «Ροδόσταμο». Σιγά-σιγά μαζεύτηκαν κι άλλοι κρατούμενοι.

– Ποιοι να ’ναι αυτοί;

Αυτοί προχωρούσαν αργά προς τη θάλασσα με τα πρόσωπα στραμμένα προς το Στρατόπεδο. Τότε αναγνώρισα τη φωνή του Χιώτη.

– Παιδιά, είναι ο Χιώτης.

Βγήκαν και οι χωροφύλακες και κάποιος βαθμοφόρος φάνηκε στον μώλο για να τους συλλάβει. Φαίνεται όμως, ότι μόλις γνώρισε τον Χιώτη, κάτι τους είπε και γύρισε πίσω. Τώρα η παρέα περπατά πάντοτε αργά προς την ξηρά και πάντοτε τραγουδώντας. Δεν μπορούσαμε φυσικά να δούμε τα πρόσωπά τους. Εγώ όμως με τη φαντασία μου έβλεπα καθαρά το πρόσωπο του αγαπημένου μου φίλου και συνεργάτη.



Την άλλη μέρα διαβάσαμε την τραγική είδηση στις εφημερίδες: «Χθες το απόγευμα και ώρα τάδε ο Μανώλης Χιώτης άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στον Ωρωπό …».




Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια